Ψυχολογία

Δευτέρα, 3 Ιανουαρίου 2011


Μαθήματα από τη ζωή

Για την πρώτη ανάρτηση του 2011 επέλεξα κάτι διαφορετικό, ξεφεύγωντας από το καθαρά προπονητικό κομμάτι. Όμως, ποιός μπορεί να πει που ακριβώς σταματά  ο ρόλος του προπονητή, οι γνώσεις, οι ευθύνες και οι κατευθύνσεις που πρέπει να δίνει; Ειδικά, για όσους ασχολούνται με ακαδημίες και μικρά παιδιά, τα παρακάτω είναι ένας πολύτιμος οδηγός, για το πως πρέπει να αντιλαμβανόμαστε το ρόλο μας και την επίδραση που αυτός έχει στους μικρούς αθλητές μας.
Πρόκειται για ένα ποίημα με τίτλο ΄΄Τα παιδιά μαθαίνουν από τον τρόπο που ζουν΄΄, σε διάφορες εκδόσεις και παραλλάγές με τη συγκεκριμένη από τον Ρόναλντ Ράσελ με τίτλο ΄΄Μαθήματα από τη ζωή΄΄.

Αν ένα παιδί ζει μέσα στην κριτική:
Μαθαίνει να κατακρίνει.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην έχθρα:
Μαθαίνει να καυγαδίζει.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ειρωνία:
Μαθαίνει να είναι ντροπαλό.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ντροπή:
Μαθαίνει να είναι ένοχο.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην κατανόηση:
Μαθαίνει να είναι υπομονετικό.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στον έπαινο:
Μαθαίνει να εκτιμά.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στη δικαιοσύνη:
Μαθαίνει να είναι δίκαιο.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ασφάλεια:
Μαθαίνει να πιστεύει.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην επιδοκιμασία:
Μαθαίνει να έχει αυτοεκτίμηση.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην παραδοχή και φιλία:
Μαθαίνει να βρίσκει την αγάπη μέσα στον κόσμο.
Ronald Russel (Lessons from life, 1971)

Δευτέρα, 20 Σεπτεμβρίου 2010


Ρύθμιση αγωνιστικού άγχους

By Λίνα Ψούνη,  Ψυχολόγος, Msc

Το άγχος στον αθλητισμό οφείλεται συνήθως στο φόβο του αποτελέσματος του αγώνα. Πολλές φορές οι αθλητές είχαν βιώσει κάποια αποτυχία στο παρελθόν, την οποία συνδέουν με το άγχος. Άλλες φορές αισθάνονται ότι δεν έχουν προετοιμαστεί κατάλληλα ή τους φοβίζει το επίπεδο των αντιπάλων. Πολλοί αθλητές αναφέρουν ότι τους αγχώνουν οι θεατές, ο προπονητής, οι γονείς τους και γενικότερα άτομα του περιβάλλοντός τους με τις απαιτήσεις που έχουν από αυτούς. Γενικότερα το άγχος προέρχεται από τις αρνητικές σκέψεις των αθλητών, τη μειωμένη αυτοπεποίθηση και την εστίαση στο αποτέλεσμα.
Από την αντίθετη πλευρά του άγχους, η απάθεια και η πλήρης χαλάρωση έχουν επίσης αρνητικά αποτελέσματα στην απόδοση του αθλητή. Η αθλητική ψυχολογία υποστηρίζει ότι το άγχος σε ένα αγώνα μπορεί να αποδειχτεί ωφέλιμο. Ένας καλός αθλητής την ένταση που νοιώθει από το άγχος μπορεί να τη μετατρέψει σε ενέργεια για τον αγώνα. Σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες μέτρια επίπεδα άγχους και διέγερσης ενισχύουν την αθλητική απόδοση. Βέβαια τα ωφέλιμα επίπεδα άγχους διαφέρουν από αθλητή σε αθλητή και από αγώνισμα σε αγώνισμα. Δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι για όλους ευνοϊκό το μέσο επίπεδο άγχους.
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνουν οι αθλητές για να ελέγξουν το άγχος τους είναι να αναγνωρίσουν τα συμπτώματα. Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να είναι σωματικά όπως ταχυκαρδία, τρέμουλο, αύξηση ρυθμού αναπνοής, στομαχικές διαταραχές και εφίδρωση. Μπορεί να είναι ψυχολογικά, όπως ανησυχία, ανικανότητα συγκέντρωσης, σύγχυση και αρνητικές σκέψεις. Τέλος μπορεί να παρατηρηθούν αλλαγές στη συμπεριφορά όπως γρήγορη ή αργή ομιλία, δάγκωμα των νυχιών, γρήγορες κινήσεις των ποδιών και σύσπαση μυών. Κάποιοι αθλητές μπορεί να έχουν διαφορετικά συμπτώματα από αυτά που αναφέρονται παραπάνω. Η παρατήρηση από τους ίδιους αλλά και από τους προπονητές, γονείς και συναθλητές θα βοηθήσει στην αναγνώριση των συμπτωμάτων του άγχους.
Ο αθλητής πριν τον αγώνα κατανοεί τα συμπτώματα που προκαλούνται από το άγχος του και τα δέχεται ως φυσιολογική προετοιμασία του σώματος για τον αγώνα. Τις μέρες πριν τον αγώνα, μπορεί να εξασκηθεί νοερά προετοιμάζοντας το μυαλό του για το τι θα αντιμετωπίσει διάρκεια της ημέρας του αγώνα. Μπορεί να φανταστεί όλη τη διαδικασία από το πρωινό ξύπνημα, την είσοδο στο κολυμβητήριο, το ζέσταμα κτλ Επίσης η νοερή εξάσκηση πρέπει να πραγματοποιείται και ξεχωριστά για το κάθε αγώνισμα.
Λίγο πριν το αγώνισμα μπορεί να χρησιμοποιηθούν τεχνικές χαλάρωσης με βαθιές αναπνοές. Μεγάλη προσοχή πρέπει να δίνεται στις σκέψεις που κάνει ο αθλητής πριν το αγώνισμα του. Για παράδειγμα α) δεν πρέπει να σκέπτεται το αποτέλεσμα ή τους αντιπάλους αλλά να εστιαστεί στην δικιά του απόδοση, β) δεν πρέπει να σκέπτεται και να αναλύει τα λάθη κατά τη διάρκεια ενός αγώνα, γ)πρέπει να εστιάζει την προσοχή στην τακτική που θα ακολουθήσει, δ)μπορεί να «μιλάει» στον εαυτό του χρησιμοποιώντας τις σωστές λέξεις, ε) μπορεί να φανταστεί παλαιότερες επιτυχίες για να τονώσει την αυτοπεποίθηση του.
Τέλος μετά τον αγώνα μπορεί να γίνει ο απολογισμός των σκέψεων, πράξεων και συμπεριφορών που βοήθησαν την απόδοση και αυτών που είχαν αρνητικό αποτέλεσμα. Για την ενίσχυση της ψυχολογίας του αθλητή η εστίαση πρέπει να γίνεται περισσότερο στα θετικά στοιχεία των σκέψεων και της συμπεριφοράς. Τα αρνητικά στοιχεία μετά από παρατήρηση πρέπει σταδιακά να αντικατασταθούν και να εξαλειφθούν. Ακόμα όλες οι παραπάνω εφαρμογές μπορούν να δοκιμάζονται και να εφαρμόζονται στη προπόνηση έτσι ώστε να αναπτύσσονται καλύτερα και με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.

Πηγή: http://psychinfo.gr/?cat=5

Δευτέρα, 8 Ιουνίου 2009


Τα δέκα πιο συχνά λάθη πριν από (σημαντικούς και ασήμαντους) αγώνες

Είναι ευρέως γνωστό ότι όλοι όσοι ασχολούνται με τον ανταγωνιστικό αθλητισμό, ή πρωταθλητισμό, βιώνουν την «ένταση» του αγώνα.
Αυτή η «ένταση» μεταφράζεται ανάλογα με το φύλο του αθλητή, την ηλικία, το άθλημα και την προσωπικότητά του σε ποικίλες ψυχοσωματικές αντιδράσεις όπως:
• το «σφίξιμο στο στομάχι», τα ιδρωμένα χέρια, η ταχυκαρδία, η αϋπνία, ο εκνευρισμός, η υπέρ-κινητικότητα, η ευθυμία, ακόμη και το…. χασμουρητό.
• Όλες αυτές οι ψυχοσωματικές καταστάσεις μπορούν κάλλιστα να έχουν διπλή κατεύθυνση.
• Mπορούν να αποτελέσουν μέρος μιας ευχάριστης διαδικασίας προετοιμασίας ή να αποτελούν τον οιωνό και τα προεόρτια μιας άσχημης αθλητικής απόδοσης και εμπειρίας.
• Η σωστή διαδικασία προετοιμασίας για έναν αγώνα περιλαμβάνει πολλούς τομείς με απώτερο σκοπό την μέγιστη απόδοση της ομάδας.
• Για πετύχουμε την επιθυμητή απόδοση είναι απαραίτητο να συμπεριλάβουμε στις διαδικασίες προετοιμασίας και τον τομέα της ψυχολογικής ετοιμότητας.
• Για να πετύχουμε τον στόχο της ψυχολογικής ετοιμότητας της ομάδας αλλά και του εκάστοτε αθλητή θα πρέπει να ακολουθήσουμε μια διαδικασία προετοιμασίας που να περιλαμβάνει ενέργειες, ασκήσεις και εμπειρίες.
• Σκοπός τους θα είναι η βιωματική εκμάθηση τρόπων αποφυγής ή και αντιμετώπισης δυσάρεστων καταστάσεων που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε κατά τη διάρκεια του αγώνα.
• Ο θετικός έλεγχος των συναισθημάτων και των σκέψεων του αθλητή πριν από έναν αγώνα αποτελεί το θεμέλιο λίθο μιας πετυχημένης απόδοσης.
• Για να διαπιστώσουμε μαζί αν πράττετε ορθά ή λανθασμένα όσον αφορά τους τομείς αυτούς θα αναλύσουμε:
• Δέκα από τα συχνότερα λάθη, που κάνουμε προσπαθώντας να προετοιμάσουμε την ομάδα μας για κάποιο παιχνίδι.
1. Έμφαση στο αποτέλεσμα και όχι στην διαδικασία.Οι θετικές σκέψεις και η θετική προδιάθεση είναι σαφώς επιθυμητές πριν από οποιονδήποτε αγώνα. Η αποκλειστική έμφαση όμως στο αποτέλεσμα δημιουργεί μία σειρά από προβλήματα:
• Δίπολο Νίκη – Ήττα
• Αρνητικά αποτελέσματα αποκρύπτουν πολύ καλές αποδόσεις
• Αυξημένη πίεση για κάτι που δεν μπορεί ο προπονητής ή ο αθλητής να ελέγξει ολοκληρωτικά.
Ο σωστός τρόπος προετοιμασίας για είναι αγώνα πρέπει να συμπεριλαμβάνει τη συστηματική εξάσκηση δεξιοτήτων και τακτικής. Η πιστή εφαρμογή τους στον αγώνα θα μας δώσει πολύ περισσότερες πιθανότητες για να πετύχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Την διαδικασία μπορείς να την δημιουργήσεις, να την διαφοροποιήσεις να την μεταλλάξεις και να την ελέγξεις σε μεγάλο βαθμό.
Το αποτέλεσμα όμως όχι.

2. Έμφαση σε έξω-αγωνιστικούς παράγοντες - Εμφανή παρέμβαση παραγόντων στην διαδικασία προετοιμασίας.Κάθε παιχνίδι σε όλα τα επίπεδα έχει «παρασκήνιο». Μικρό ή μεγάλο. Ο προπονητής, οι αθλητές καθώς και τα στελέχη των ομάδων δε μπορούν να το αποφύγουν.
Όταν όμως δώσουμε υπερβολική βαρύτητα σε αυτό τότε αποπροσανατολιζόμαστε και δεν ετοιμάζουμε την ομάδα για να παίξει σωστά.
Από τη στιγμή βέβαια που κάποιοι μέσα από την ομάδα καλώς ή κακώς, ασχολούνται με τις εξωτερικές «συνθήκες», δε θα πρέπει σε καμία περίπτωση να έρχονται σε επαφή με τους αθλητές -ειδικότερα- αλλά και με τον προπονητή.
3. Παράλυση μετά από πολύ ανάλυσηΗ πίεση πριν από έναν αγώνα μπορεί να οδηγήσει τον προπονητή σε υπερβολική προπόνηση σε όλα τα επίπεδα:
• Φυσική κατάσταση, Τακτική, Τεχνική, ‘’Ψυχολογική προετοιμασία’’
Το μόνο όμως που επιτυγχάνεται με αυτόν τον τρόπο είναι η μετάδοση υπερβολικά μεγάλου αριθμού πληροφοριών με αποτέλεσμα οι αθλητές να μπερδεύονται ή ακόμη και να ξεχνούν τα πάντα.
4. Παράλυση μετά από αδράνεια.
Σε αυτή την περίπτωση ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Επειδή θεωρητικά η αναμονή ενός δύσκολου παιχνιδιού έχει δημιουργήσει αρνητική ένταση ( άγχος ) στην ομάδα ή για την αποφυγή της πρόκλησης άγχους προγραμματίζονται χαλαρές προπονήσεις.
Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνουμε να επαληθεύσουμε το ρητό « Μη προγραμματισμός για ένα παιχνίδι είναι προγραμματισμός για αποτυχία»
5. ”Αγώνας δίχως αύριο’’ – Υπερβολική πίεση. Ψυχική εξουθένωση πριν τον αγώνα.• Για τον προπονητή (συνήθως), Τους αθλητές, Την ομάδα
Η προσφιλής ατάκα των ΜΜΕ σε όλα τα επίπεδα, ειδικά αν υπάρχει μεγάλο διάστημα προετοιμασίας για σημαντικά παιχνίδια. (Σε τελικούς, τουρνουά ή παιχνίδια κλειδιά για τίτλο ή υποβιβασμό)
Κατά την αναμονή του κρίσιμου αγώνα η ένταση αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο έχοντας σαν αποτέλεσμα την ψυχική εξουθένωση των πρωταγωνιστών (αθλητών, προπονητών) πριν τον αγώνα.
Αλίμονο εάν αισθανθούμε πριν από τον αγώνα:
«Άντε να τελειώνουμε και ό,τι γίνει...»
6. Ομιλία με ηρωικό ύφος ή με πάρα πολλές λεπτομέρειες πριν από τον αγώνα.
Το στερεότυπο του εμπνευσμένου ηγέτη.
Δυνατή φωνή, με ατρόμητο τόνο και οδηγίες «κατάκτησης της κορυφής του λόφου».
«Πάμε να τους πατήσουμε!» «Άντε παλικάρια μου!»
Στόχος: Η αύξηση της έντασης και της ηρωικής διάθεσης των παιχτών.
Αποτέλεσμα αυτής της μεθόδου?
Συμπέρασμα: Η ομαδική ηρωική ομιλία έχει συνήθως θετική, όμως και αρνητική επίδραση σε συγκεκριμένους παίκτες, ανάλογα με την προσωπικότητα τους καθώς και την αγωνιστική τους θέση.
Μεγάλη σε διάρκεια ομιλία: Το πάθος, η θέληση, ο επαγγελματισμός αλλά και η πίεση οδηγούν πολλούς προπονητές στο να πραγματοποιήσουν μία μεγάλη σε διάρκεια ομιλία πριν από σημαντικά παιχνίδια.
Σαν αποτέλεσμα, έχουμε την πνευματική αλλά και σωματική κόπωση των παιχτών. Η συγκέντρωσή τους μειώνεται, ξεχνάνε ή δεν προσέχουν, ‘’παίζουν’’ μεταξύ τους και τέλος-τέλος δεν κατανοούν ακόμη και τις πιο απλές οδηγίες.
7. Μεταφορά προβλημάτων από το ΄΄σπίτι΄΄ στο γήπεδο.
Α Επαγγελματικό επίπεδο:
Μα είναι δυνατόν επαγγελματίες αθλητές να αφήνουν προσωπικά προβλήματα να επηρεάζουν τη δουλειά τους?
Β Ερασιτεχνικό επίπεδο:
‘’Είναι φυσικό να γίνεται αυτό..... Αυτοί οι αθλητές έχουν πολλά στο κεφάλι τους. Πολλές φορές πληρώνουν και από την τσέπη τους,......’’
Επομένως είναι φυσικό η απόδοσή τους να επηρεάζεται από προσωπικά προβλήματα.
Είναι σωστές οι παραπάνω παρατηρήσεις? Η πρώτη λανθασμένη το ίδιο και η δεύτερη.
Η διαδικασία αυτοσυγκέντρωσης πρέπει να διδάσκεται από μικρή ηλικία. Από πολύ νωρίς θα πρέπει να ξεκινά η εκμάθηση των διανοητικών ικανοτήτων «παρκαρίσματος» των προσωπικών προβλημάτων.
Είναι απαραίτητος ο συχνός έλεγχος της επιτυχίας αυτής της διαδικασίας. Πρέπει να δίνουμε μεγάλη βαρύτητα και να παρατηρούμε λεπτομέρειες όσον αφορά την αλλαγή της συμπεριφοράς των αθλητών. Διαφορετικά κινδυνεύουμε να βρεθούμε μπροστά σε δυσάρεστες εκπλήξεις.
8. Αυτοπεποίθηση: Δεν αποκτάται από μόνη της.
Αυτοπεποίθηση είναι ένας όρος που περιγράφει μία ιδιότητα που έχουν όλοι οι επιτυχημένοι προπονητές και αθλητές.
Η πίστη στις ικανότητες/δεξιότητες του αθλητή αποτρέπει τη δημιουργία αγωνιστικού άγχους.
Εάν κάποιοι αθλητές έχουν χαμηλό επίπεδο αυτοπεποίθησης αφήνουν καθαρά στην τύχη τις πιθανότητες μιας καλής απόδοσης (δηλαδή ‘’να τους πάει το παιχνίδι’’).
Σε πολλούς προπονητές αρέσει να μιλάνε για αυτοπεποίθηση, λίγοι όμως είναι αυτοί που μπορούν να απαριθμήσουν πρακτικούς τρόπους απόκτησης της.
Ο πιο απλός τρόπος: Εξασφαλίζουμε στους αθλητές την ευκαιρία να βιώσουν την επιτυχία μέσω των ασκήσεων/καταστάσεων που δημιουργούμε στην προπόνηση. Ξεκινάμε πάντα από τα πιο απλά και προχωράμε στα πιο δύσκολα και περίπλοκα.
Διαφοροποιούμε τόσο το ασκησιολόγιο όσο και τον τρόπο ανατροφοδότησης ανάλογα με τον παίκτη αλλά και τη θέση που παίζει.
Δημιουργούμε συνθήκες επιτυχίας για τους παίκτες μας και δίνουμε έμφαση στα θετικά σημεία της απόδοσης τους.
Η αυτοπεποίθηση δεν δημιουργείται αυτόματα, ούτε τυχαία.
Απαιτείται συστηματική προσπάθεια και μεγάλη υπομονή για να επιτύχουμε ικανοποιητικά αποτελέσματα σε αυτόν τον τομέα.
9. Μη συμμετοχή των βασικών παικτών ή των πιο έμπειρων στην διαδικασία προετοιμασίας.Στις μεγάλες και ομάδες η «χημεία» των μελών τους αλλά και η «ατμόσφαιρα» των αποδυτηρίων παίζουν καταλυτικό ρόλο για μια πετυχημένη πορεία.
Αυτό όμως που δεν το συζητάμε πολύ ή ακόμη και το αρνούμαστε είναι πως για να πετύχει ο προπονητής την δημιουργία μιας καλής ‘’χημείας’’ και ‘’ατμόσφαιρας’’ χρειάζεται ΚΑΙ τη βοήθεια των βασικών και πιο έμπειρων αθλητών του.
Είναι κοινό μυστικό για όλους τους επιτυχημένους προπονητές το γεγονός ότι σχεδόν πάντα εμπλέκουν στην διαδικασία προετοιμασίας ενός αγώνα τους πιο έμπειρους παίχτες τους.
10. Ανησυχία για το τι θα λένε οι άλλοι.
Ο φόβος της αποτυχίας αποτελεί το βασικό κίνητρο.
Η φοβία της αποτυχίας δημιουργείται όταν συστηματικά επιλέγουμε απειλές, έμμεσο ή άμεσο εκβιασμό, τιμωρία των αθλητών σαν βασικό κίνητρο στην διαδικασία προετοιμασίας ενός αγώνα.
Ο φόβος της αποτυχίας ξεκινά με την ανησυχία των παικτών για κάποιο άτυχο αποτέλεσμα και για το τι θα λένε ‘’οι άλλοι’’ για αυτό.
Όταν η ανησυχία αυτή συνοδεύεται με παράπλευρες καταστάσεις όπως:
Πίεση, εκνευρισμός, προ-αγωνιστικό άγχος, επίπονες προπονήσεις εκτός προγράμματος, έλλειψη εμπιστοσύνης δημιουργούνται συνθήκες όπου ενώ βραχυπρόθεσμα ή φαινομενικά ενεργοποιούν την ομάδα, ουσιαστικά φέρνουν τα αντίθετα αποτελέσματα.
Για τον λόγο αυτό ο θετικός έλεγχος των σκέψεων μας αλλά και μια προσπάθεια να παρασύρουμε και τους αθλητές μας προς αυτή την κατεύθυνση επιτυγχάνεται με χρησιμοποίηση θετικής ενίσχυσης για σωστή και μακροχρόνια ενεργοποίηση .
Η τιμωρία και ο εκφοβισμός σχεδόν πάντα έχουν αρνητικά μακροχρόνια αποτελέσματα.

• Τα πρωταθλήματα κερδίζονται στις λεπτομέρειες και στα ‘’μικρά’’ παιχνίδια.
• Οι αθλητές προετοιμάζονται στα εύκολα παιχνίδια για να αποδώσουν τα μέγιστα στα δύσκολα.
• Για όλα τα παιχνίδια προετοιμαζόμαστε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο.
• Η διαφορά εύκολου και δύσκολου αγώνα μεταφράζεται στην θετική πρόκληση για καλύτερη εφαρμογή των πλάνων που έχει θέσει ο προπονητής και έχει δουλέψει η ομάδα όλη την εβδομάδα.
• Δεν υπάρχει εύκολο ή δύσκολο παιχνίδι. Απλά υπάρχουν εύκολοι ή δύσκολοι στόχοι.
Dr. Νίκος Γεωργιάδης, Αθλητικός Ψυχολόγος

Τρίτη, 14 Απριλίου 2009


Η σημασία της συνοχής σε μια ομάδα

Συνοχή
Ένας από τους παράγοντες που συμβάλουν στην επιτυχία των στόχων μιας ομάδας, είναι η συνοχή. ‘’Η συνοχή είναι μια δυναμική διαδικασία, η οποία αντανακλά την τάση μιας ομάδας, να παραμείνει ενωμένη στην επιδίωξη των στόχων της (Carron 1980). Σύμφωνα με το πρότυπο συνοχής του Carron, οι παράγοντες που συμβάλλουν στη συνοχή μιας αθλητικής ομάδας αναφέρονται στο περιβάλλον, το άτομο, την ηγεσία και την ομάδα. Με τη σειρά τους οι παράγοντες αυτοί αντιπροσωπεύουν μια ιεραρχία μεσολαβητών, οι οποίοι απορρέουν από τους πιο γενικούς, έμμεσους, μακρινούς και λιγότερο σημαντικούς, έως τους πιο συγκεκριμένους, άμεσους, κοντινούς και περισσότερο σημαντικούς.
Η πλέον γενική κατηγορία παραγόντων που συμβάλει στη συνοχή είναι οι περιβαλλοντικοί παράγοντες. Υπάρχουν τουλάχιστον δύο τέτοιοι παράγοντες, οι οποίοι αναφέρονται στις υποχρεώσεις και υπευθυνότητες και στους οργανωτικούς προσανατολισμούς μιας ομάδας. Οι υποχρεώσεις αναφέρονται στους κανονισμούς, στους γεωγραφικούς περιορισμούς και στις ευθύνες που έχουν αναλάβει οι ομάδες. Όλα αυτά διαφέρουν ανάλογα με το είδος και τη φύση της ομάδας. Διαφορετικές είναι λόγου χάρη, οι υποχρεώσεις των ερασιτεχνικών ομάδων από εκείνες των επαγγελματικών. Η οργάνωση διαφέρει ως προς τους στόχους, τις στρατηγικές που εφαρμόζονται για την επίτευξη των στόχων, το φύλλο και την ηλικία. Κατά τον Carron, οι λόγοι που κάνουν τα μέλη μιας ομάδας να συμπτύσσονται γύρω από την ομάδα και να καταβάλουν προσπάθεια να αποδώσουν είναι κυρίως δύο: πρώτον οι στόχοι της ομάδας (συνοχή αντικειμενικού σκοπού) και δεύτερον οι κοινωνικές λειτουργίες (κοινωνική συνοχή). Έτσι, ο Carron δίνει έμφαση σε δύο διαστάσεις της συνοχής, τη συνοχή επιδίωξης του στόχου και την κοινωνική συνοχή. Η συνοχή για την επιδίωξη του στόχου αναφέρεται στο βαθμό που τα μέλη μιας ομάδας, εργάζονται μαζί για να επιτύχουν ένα συγκεκριμένο στόχο (έργο). Ο στόχος είναι συνήθως συνυφασμένος με τις επιδιώξεις της ομάδας. Μια επιδίωξη μπορεί να είναι κάτι πολύ απλό, όπως π.χ. η αντιμετώπιση ενός συγκεκριμένου αντιπάλου, ή κάτι πολύ πιο σύνθετο, όπως η κατάκτηση του πρωταθλήματος. Η κοινωνική συνοχή αναφέρεται στο βαθμό που τα μέλη μιας ομάδας έχουν καλές σχέσεις, αγαπούν ο ένας τον άλλο και απολαμβάνουν την παρέα μεταξύ τους. Μεταξύ των δύο αυτών διαστάσεων, της συνοχής για την επιδίωξη του στόχου και της κοινωνικής συνοχής, υπάρχουν διαφορές. Πολλές ομάδες έχουν καλή συνοχή όταν πρόκειται να αντιμετωπίσουν ένα δύσκολο αντίπαλο, αλλά οι σχέσεις μεταξύ των παικτών δεν είναι καθόλου καλές. Διαπληκτίζονται, γκρινιάζουν, ανταλλάσουν βαριές κουβέντες μεταξύ τους και δημιουργούν κλίκες.
Σχέση συνοχής και απόδοσης
Οι σχετικές έρευνες δείχνουν πως η σχέση συνοχής και απόδοσης στα ομαδικά αθλήματα είναι μεγάλη. Η σχέση αυτή είναι κυκλική, που σημαίνει ότι η συνοχή συμβάλλει στην επιτυχία, η οποία με τη σειρά της συμβάλλει στη συνοχή. Στις ομάδες υψηλού αθλητισμού, τόσο στη συνοχή αντικειμενικού σκοπού όσο και στην κοινωνική συνοχή, υπήρχαν διαφορές μεταξύ της υψηλής και χαμηλής αποτελεσματικότητας ομάδων και οι ομάδες υψηλής συλλογικής αποτελεσματικότητας τερμάτισαν σε υψηλότερη θέση στο πρωτάθλημα απ΄ ότι οι ομάδες χαμηλής συλλογικής αποτελεσματικότητας.. Δεν υπήρξαν διαφορές στη σχέση μεταξύ συνοχής και συλλογικής αποτελεσματικότητας στις ομάδες ψυχαγωγικού ποδοσφαίρου.
Ανάλυση παραγόντων που καθορίζουν τη συνοχή1. Η προσωπικότητα του προπονητή, οι ηγετικές του ικανότητες, ο προγραμματισμός, οι στόχοι και τα κίνητρα που αυτός δημιουργεί για τη δημιουργία κλίματος καλών σχέσεων και αρμονίας στην ομάδα.
2. Η προσωπικότητα των μελών της ομάδας και κυρίως η ιδιοσυγκρασία και ο χαρακτήρας τους. Υπάρχουν παίκτες που ‘’δένουν’’ στην ομάδα, άλλοι που τη διασπούν και άλλοι που δε μπορούν να παίξουν κανένα ρόλο στη συνοχή.
3. Το μέγεθος της ομάδας. Όσο πιο πολλά τα μέλη της, τόσο περισσότερες οι πιθανότητες διάσπασης σε μικρότερες ομάδες.
4. Η φύση του αθλήματος. Όπως είναι φυσικό, οι σχέσεις μεταξύ των αθλητών, η συνεργασία μεταξύ τους, η αρμονία και ο ρόλος του κάθε αθλητή, διαφέρει από άθλημα σε άθλημα.
5. Ο χρόνος που τα μέλη μιας ομάδας συνυπάρχουν, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, όπως π.χ. οι επιτυχίες, η ατομική και ομαδική ικανοποίηση, είναι παράγοντες που ενισχύουν τη συνοχή. Όσο πιο μεγάλο είναι αυτό το χρονικό διάστημα, τόσο πιο μεγάλη η συνοχή και τόσο πιο δύσκολα επιδρούν οι διασπαστικές δυνάμεις.
6. Ο ρόλος που αναλαμβάνουν τα μέλη της ομάδας. Όσο πιο σχετικός είναι ο ρόλος ( π.χ. συνεργασία μεταξύ επιθετικών ή αμυντικών παικτών), τόσο πιο πολύ συνδέονται οι παίκτες μεταξύ τους.
7. Οι ευκαιρίες που δημιουργούνται για επαφή μεταξύ των μελών της ομάδας, όπως π.χ. η διαμονή στο ίδιο δωμάτιο, η χρησιμοποίηση κοινών χώρων και η ανάθεση έργου που απαιτεί συνεργασία. Σε τέτοιες όμως περιπτώσεις υπάρχει κίνδυνος συγκρούσεων και διατάραξης της αρμονίας αν δεν υπάρχουν καλές προϋποθέσεις .
8. Η ικανοποίηση. Η ικανοποίηση συμβάλλει στην ανάπτυξη της συνοχής. Αλλά η ικανοποίηση πολλές φορές είναι μια προσωπική υπόθεση. Μπορεί ένας παίκτης να αποδώσει πολύ καλά, αλλά η ομάδα να μην πάει καλά ή αντίθετα. Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνει τη θέση ότι η σχέση συνοχής και απόδοσης είναι κυκλική.
9. Η συνοχή επηρεάζεται από γεγονότα (καταστάσεις) , όπως αυτά εξελίσσονται κατά τη διάρκεια της αγωνιστικής περιόδου. Όταν τα γεγονότα εξελίσσονται ευνοϊκά η συνοχή είναι καλή. Με άλλα λόγια η επιτυχία ή η επιτυχία είναι παράγοντες που παίζουν ρόλο στην ύπαρξη ή όχι της συνοχής στην ομάδα.
Η τελευταία αυτή θέση συνδέεται με ένα βασικό ερώτημα που έχει από χρόνια τεθεί από ερευνητές και προπονητές: Η συνοχή οδηγεί στην επιτυχία ή η επιτυχία οδηγεί στη συνοχή; Στην προσπάθεια να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αυτό, η συνοχή έχει αντιμετωπισθεί τόσο σαν ανεξάρτητη μεταβλητή, όσο και σαν εξαρτημένη. Γενικά, η συνοχή είναι μια δυναμική συνεργασία, η οποία αλληλεπιδρά με άλλες μεταβλητές που επηρεάζουν την ομάδα και την απόδοσή της.
Ηγετική συμπεριφορά και συνοχή ομάδαςΣύμφωνα με έρευνες ο προπονητής μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη της συνοχής, παρέχοντας εποικοδομητική ανατροφοδότηση σε ότι αφορά τις ασκήσεις, την τεχνική και τη στρατηγική του αγώνα. Η θετική ανατροφοδότηση δε συμβάλει μόνο στη δημιουργία καλού κλίματος μέσα στην ομάδα, αλλά ενισχύει την ανάπτυξη θετικής συμπεριφοράς σχετικά με την επίτευξη των στόχων. Η κοινωνική υποστήριξη αυξάνει επίσης τη συνοχή επιδίωξης του στόχου. Ο προπονητής δείχνοντας ενδιαφέρον στο κάθε μέλος της ομάδας, μπορεί να δημιουργήσει και να καλλιεργήσει τη συνοχή μεταξύ των μελών της. Τέλος, η δημοκρατική συμπεριφορά ενθαρρύνει περισσότερο τη συμμετοχή των παικτών στις αποφάσεις, στην τοποθέτηση των στόχων της ομάδας, στη μέθοδο εξάσκησης, την τακτική και στρατηγική. Με τη συμμετοχή των παικτών στις αποφάσεις, ο προπονητής μπορεί να δημιουργήσει μια μεγαλύτερη αίσθηση αρμονίας και αφοσίωσης στους στόχους της ομάδας. Αντίθετα, η αυταρχική συμπεριφορά του προπονητή συμβάλλει στην δημιουργία αρνητικών συναισθημάτων στον παράγοντα ‘’αίσθηση του ανήκειν’’ στην ομάδα, τη συνοχή και τη συμμετοχή.
Συνοχή και κοινωνικές σχέσεις των αθλητών
Δεν είναι απόλυτα γνωστό κατά πόσο οι καλές και κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των αθλητών παίζουν ρόλο στην καλλιέργεια της συνοχής ως παράγοντας απόδοσης και επίτευξης του στόχου. Από έρευνες προκύπτει πως η συνοχή δεν σχετίζεται κατ΄ ανάγκη με την επιτυχία μιας ομάδας. Η άποψη όμως που επικρατεί περισσότερο είναι ότι μια ομάδα αποδίδει καλύτερα, όταν έχει συνοχή και δεν υπάρχουν ενδοομαδικά προβλήματα.
Σχέση φιλίας και απόδοσηςΑν και η φιλία μεταξύ των παικτών δεν είναι πάντα αναγκαία για την απόδοση μιας ομάδας, οι καλές σχέσεις πρέπει να ενθαρρύνονται. Διότι τα συναισθήματα που τρέφουν οι αθλητές μεταξύ τους, δημιουργούν το ‘’ηθικό της ομάδας’’, το οποίο συνήθως αντανακλά το βαθμό των σχέσεων των αθλητών, αλλά και την απόδοσή τους σαν άτομα και σαν σύνολο. Το ποδόσφαιρο εντάσσεται στα αθλήματα που απαιτούν άμεση συνεργασία και αλληλεπίδραση μεταξύ των αθλητών, γι’ αυτό και τα συναισθήματα μεταξύ τους, είναι πολύ σημαντικός παράγοντας. Κάποιες έρευνες έχουν δείξει πως όταν μια ομάδα επιδιώκει υψηλούς στόχους (π.χ. διεθνείς αγώνες), οι σχέσεις δεν είναι και τόσο σημαντικός παράγοντας όσο η ικανότητα κάθε παίκτη και πόσο αυτός συμβάλλει στην απόδοση και στην επίτευξη των στόχων ολόκληρης της ομάδας. Με άλλα λόγια σε τέτοιες περιπτώσεις, οι παίκτες ενδιαφέρονται κυρίως για την απόδοση και όχι για τη φιλία. Εκείνο όμως που απαιτείται από ορισμένους παίκτες είναι η καλή συμπεριφορά απέναντι στους άλλους και η θετική ενθάρρυνση αυτών που δεν αποδίδουν καλά. Ωστόσο, υπάρχει ένα βασικό ερώτημα που αναφέρεται στη σχέση φιλίας μεταξύ των παικτών μιας ομάδας και στην προσπάθεια που κάνουν να ξεπεράσουν σε απόδοση ο ένας τον άλλο και κατά πόσο αυτό συμβαίνει όταν δεν είναι φίλοι. Σε αυτό το ερώτημα δεν έχει δοθεί σαφής απάντηση. Λέγεται ότι όταν οι φίλοι που προσπαθούν να ξεπεράσουν ο ένας τον άλλο, περισσότερο από ότι είναι επιθυμητό, η απόδοση της ομάδας μειώνεται. Αυτό συμβαίνει στα χαμηλότερα επίπεδα συναγωνισμού. Υποτίθεται πως οι παίκτες που παίρνουν μέρος σε μεγάλους και κρίσιμους αγώνες, δεν επηρεάζονται από φιλίες. Ένα άλλο θέμα που είναι πιθανό να προκύψει από τις προσωπικές συμπάθειες μεταξύ των παικτών, είναι ο κίνδυνος να δημιουργηθούν ‘’κλίκες’’ . Οι ‘’κλίκες’’ βλάπτουν τη συνοχή και η απόδοση της ομάδας μειώνεται, ιδιαίτερα σε αθλήματα που απαιτείται η συνεργασία και οι συντονισμένες ενέργειες. Οι ‘’κλίκες’’ δημιουργούνται από πολλές αιτίες, όπως π.χ. συνεχείς ήττες, παίκτες που δεν χρησιμοποιούνται, παίκτες με κοινά συμφέροντα, ζηλοφθονία και αντιπάθεια προς τους άλλους, από φόβο προς τους άλλους κ.α.
Συμβουλές για τον προπονητήΟι συμβουλές που ακολουθούν είναι μόνο μερικές σκέψεις που ενδεχομένως να φανούν χρήσιμες και αποτελεσματικές για τον προπονητή. Πέραν αυτών, ο προπονητής στο καθημερινό του έργο, είναι βέβαιο ότι θα επισημάνει πολλά άλλα προβλήματα, τα οποία μπορεί να αντιμετωπίσει με τη γνώση που διαθέτει, την εμπειρία, την ευαισθησία, την ικανότητα και φυσικά τη συνεργασία.
Συγκεκριμένα:
-Ο προπονητής βοηθάει στην ανάπτυξη καλών σχέσεων μεταξύ των αθλητών. Αυτό ενισχύεται και από τη συζήτηση που πρέπει να κάνει με τον κάθε αθλητή χωριστά, τη λύση των μεταξύ τους διαφορών, τη σκόπιμη επαφή και σκόπιμη συνεργασία μεταξύ τους.
_Ο προπονητής ανταμείβει ηθικά και ψυχολογικά τον κάθε αθλητή και την ομάδα για κάθε καλό αποτέλεσμα.
-Επιδιώκει τη συναναστροφή κατά τον ελεύθερο χρόνο.
-Επιδιώκει συναντήσεις και επαφές, όπως π.χ. ασκήσεις σε ζευγάρια, φαγητό στο ίδιο τραπέζι, διαμονή στο ίδιο δωμάτιο.
-Τονίζει στον κάθε αθλητή ξεχωριστά ( σε προσωπική συζήτηση) τη σημασία που έχει η προσπάθειά του, για τη μέγιστη απόδοση της ομάδας.
-Δίδει ιδιαίτερη προσοχή στους μη ταλαντούχους αθλητές, ώστε να τους τονώσει και να ενισχύσει την αυτοπεποίθησή τους. Οι μη ταλαντούχοι είναι αυτοί που πολλές φορές κάνουν την έκπληξη. Αντίθετα, χρειάζεται πολύ προσοχή με τους ταλαντούχους, στους οποίους δεν πρέπει να δίδονται ιδιαίτερα προνόμια, γιατί αυτό μειώνει τη συνοχή και το ηθικό μιας ομάδας.
-Εντοπίζει έγκαιρα τις κλίκες και τις διαλύει.
Τέλος, η καλλιέργεια δημοκρατικής ατμόσφαιρας και η λήψη αποφάσεων, με δημοκρατικές διαδικασίες, μπορεί να επηρεάσει σημαντικά το ηθικό μιας ομάδας. Με τον τρόπο αυτό οι αθλητές θεωρούν πως η ομάδα είναι πραγματικά δικιά τους και ότι δεν υπηρετούν, παρά το δικό τους υψηλό σκοπό.



Πηγή: Ψυχολογία φυσικής αγωγής και αθλητισμού, Γ.Ζέρβας.

Σάββατο, 14 Μαρτίου 2009


Παιδί-αθλητισμός-άγχος-στρες


Δημιουργεί ο ανταγωνιστικός αθλητισμός υπερβολικό στρες στο παιδί;
Ο ανταγωνισμός μπορεί να δημιουργήσει άγχος στο παιδί αν αποτελέσει αιτία να νιώσει ότι η αξία του εξαρτάται από την επίδοσή του. Όταν τα πράγματα τα οποία αισθάνεται το παιδί ως πιο σημαντικά-όπως είναι η αγάπη και η αποδοχή των άλλων-εξαρτώνται από τις καλές επιδόσεις, υπάρχει η πιθανόητα να τα καταβάλει το άγχος. Οι έρευνες δείχνουν πως ο φόβος της αποτυχίας και η ανησυχία που νιώθει το παιδί μήπως δεν αποδώσει καλά σε κάποιο αγώνα, πιθανότατα αποτελούν τις σημαντικότερες αιτίες για στρες και νευρικότητα στον τομέα του παιδικού αθλητισμού.
Τα παιδιά ανησυχούν μήπως αποτύχουν, μήπως δεν σταθούν ικανά να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις του αναταγωνισμού. Μπορεί να νιώσουν άγχος πριν, κατά τη διάρκεια και ύστερα από έναν αγώνα. Μια έρευνα που έγινε στις ΗΠΑ, έδειξε ότι το 62% των παιδιών ανησυχεί μήπως δεν παίξει καλά ή κάνει κάποιο λάθος, ενώ το 23% δήλωσε πως το άγχος μπορεί να σταθεί αιτία να εγκαταλείψουν τον αθλητισμό.
Ωστόσο, τα παιδιά που παίρνουν μέρος σε ατομικά αθλήματα μπορεί να νιώσουν περισσότερο ''ανταγωνιστικό στρες'' από εκείνα που συμμετέχουν σε ομαδικά αθλήματα. Το άγχος που νιώθουν πριν τον αγώνα, αυξάνεται ακόμα περισσότερο όταν πιέζονται από τους γονείς και τους προπονητές να κερδίσουν. Η αβεβαιότητα που νιώθουν για κάποιο αγώνα, το πόσο σημαντικός είναι ο αγώνας αυτός, καθώς και η σειρά που μπορεί να αγωνιστούν, μπορεί να αποτελέσουν παράγοντες άγχους.
Ο αθλητικός ψυχολόγος Δρ Rainer Martens , ειδικός στον παιδικό αθλητισμό, διατυπώνει την εξής θεωρία: Το ''ανταγωνιστικό στρες'' μπορεί να παρομοιαστεί με έναν ιό. Αν το παιδί δεχθεί μια μεγάλη δόση μονομιάς, μπορεί να αρρωστήσει. Οι μικρές, προσεκτικά ελεγχόμενες δόσεις επιτρέπουν στο παιδί να μάθει πως να διοχετεύει το άγχος του με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποτελεί βοήθεια και όχι εμπόδιο, στη βελτίωση των επιδόσεών του. Προσεκτικά επιλεγμένοι αγώνες με ρεαλιστικούς στόχους και προσδοκίες βοηθούν το παιδί να μάθει ότι αθλητισμός σημαίνει ψυχαγωγία. Μια ψυχαγωγία που μπορεί να απολαμβάνει ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα.
Έχουν διατυπωθεί ανησυχίες σχετικά με το αν το στρες του ανταγωνιστικού αθλητισμού μπορεί να εμποδίσει τη συναισθηματική ανάπτυξη των μικρών παιδιών. Κάποιοι ειδικοί μάλιστα αμφιβάλλουν αν τα μικρά παιδιά θα πρέπει να συμμετέχουν σε οργανωμένες προπονήσεις και αγώνες. Πιστεύουν ότι η νεαρή τους ηλικία δεν τους επιτρέπει να ανταπεξέλθουν στο άγχος που αποτελεί βασικό στοιχείο του ανταγωνιστικού αθλητισμού. Ωστόσο, μια έρευνα που διεξήγαν ο Δρ Martens και η Δρ Julie Simon έδειξε ότι παρόλο που ο αθλητισμός αναμφίβολα προκαλεί στρες, δεν πρόκειται για κάτι χειρότερο από το στρες που νιώθει ένα παιδί όταν πρόκειται να γράψει κάποιο διαγώνισμα ή να συμμετέχει στην σχολική ορχήστρα.
Ποιά είναι τα σημάδια του στρες εξαιτίας του ανταγωνισμού;
Κάποια παιδιά είναι από τη φύση τους επιρρεπή στο άγχος και στο στρες απ΄ότι κάποια άλλα. Τα παιδιά αυτά περιγράφονται ως άτομα που παρουσιάζουν το ''άγχος ως χαρακτηριστικό''. Τα παιδιά των οποίων το επίπεδο του άγχους ως χαρακτηριστικό είναι υψηλό, έχουν την τάση να βλέπουν τον κόσμο περισσότερο απειλητικό απ΄ότι τα υπόλοιπα. Στα παιδιά αυτά, τα οποία περιγράφονται από τους γονείς τους ως ''παιδιά που διαρκώς ανησυχούν'' , ο ανταγωνιστικός αθλητισμός πιθανότατα δημιουργεί περισσότερο στρες απ΄οτι στα υπόλοιπα. Επίσης, τα παιδιά που διαθέτουν χαμηλή αυτοπεποίθηση και αυοεκτίμηση, τα αοποία αισθάνονται ότι έχουν ελάχιστο έλεγχο πάνω στη ζωή τους, μπορεί να νιώσουν περισσότερο στρες.
Υπάρχουν αρκετά σημάδια που μπορεί να βοηθήσουν γονείς και προπονητές να αναγνωρίσουν τα παιδιά που είναι ιδιαίτερα επιρρεπή στο στρες και που ίσως να μην μπορούν
να ανταπεξέλθουν με επιτυχία στην πίεση. Τα σημάδια αυτά φτάνουν από τις ''πεταλούδες στο στομάχι'' ως τον ακραίο φόβο και πανικό, που πολλές φορές οδηγεί το παιδί στην άρνηση της συμμετοχής στον αγώνα. Άλλα σημάδια του στρες είναι η έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης, η ανησυχία, οι αυξημένοι καρδιακοί παλμοί, η ναυτία, ο στομαχόπονος, οι ακατάπαυστες νευρικές κινήσεις, η ανικανότητα να σταθεί το παιδί ήρεμο και η κόπωση.
Το στρες προκαλεί επίσης αύξηση του μυικού τόνου. Αν ο μυικός τόνος παραμείνει αυξημένος για μεγάλο χρονικό διάστημα, τα αποτελέσματα είναι ο πόνος, η δυσκαμψία και η κόπωση. Τα παιδιά που υποφέρουν από στρες κουράζονται πιο εύκολα, δυσκολεύονται να πάρουν αποφάσεις, ξεχνούν εύκολα και παρουσιάζουν αδυναμία συγκέντρωσης.
Άλλα συνηθισμένα σημάδια και συμπτώματα που σχετίζονται με το παιδικό άγχος είναι:
-Αυπνίες, ξύπνημα νωρίς το πρωί και οποιαδήποτε αλλάγή στο πρόγραμμα του ύπνου.
-Εφιάλτες και άσχημα όνειρα.
-Αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες και απώλεια όρεξης.
-Αλλαγές στη διάθεση, όπως ευθιξία και επιθετικότητα.
-Εκμετάλλευση καταστάσεων.
-Ανησυχία ή ακατάπαυστες νευρικές κινήσεις.
-Συμπτώματα υποχονδρίας: παράπονα για διάφορες σωματικές ενοχλήσεις, συνήθως την ημέρα του αγώνα.
-Συχνουρία και διάρροια.
Για να εκτιμήσουν οι γονείς το επίπεδο του στρες , πρέπει να διαπιστώσουν πως νιώθει το παιδί πριν από έναν αγώνα. Μπορούν να ρωτήσουν αν αισθάνεται νευρικότητα ή ναυτία, ή αν ανησυχεί μήπως κάνει κάποιο λάθος. Με το να του προσφέρουν άφθονη ενθάρρυνση κάθε φορά που πρόκειται να συμμετέχει σε κάποιο αγώνα, θα το κάνουν να πάψει να δίνει σημασία σε ενδεχόμενα λάθη.
Είναι κάποια παιδιά σε θέση να ανταπεξέλθουν στο στρες καλύτερα από κάποια άλλα;
Κάθε παιδί διαφέρει στον τρόπο που αντιμετωπίζει το στρες και βέβαια κάποια παιδιά είναι σε θέση να το αντιμετωπίζουν καλύτερα από κάποια άλλα. Οι ειδικοί πιστεύουν πως υπάρχουν αρκετοί παράγοντες που επηρρεάζουν την ικανότητα ενός παιδιού να ανταπεξέρχεται στο στρες. Τέτοιοι είναι η προσωπικότητα του παιδιού, η ευφυία του και ο βαθμός της αυτοεκτίμησής του.
Σε ένα άρθρο με τίτλο''Αιτίες άγχους των παιδιών σε σχέση με τον αθλητισμό'' που περιλαμβάνεται στο βιβλίο ''Προπονώντας τα παιδιά στον αθλητισμό'' ο Stephen Rowley αναφέρει πως οι διάφοροι παράγοντες, όπως είναι το φύλλο του παιδιού, η ευφυία του και ο βαθμός υποστήριξης που του δείχνουν οι γονείς και οι προπονητές του, μπορεί να επηρρεάσει την ικανότητά του να ανταπεξέρχεται σε καταστάσεις που προκαλούν στρες.
Πιο συγκεκριμένα, παρατηρεί τα εξής:
-Σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στο ξεκίνημα της εφηβείας, πριν από την εφηβεία τα αγόρια είναι περισσότερο επιρρεπή στο άγχος εξαιτίας του ανταγωνισμού απ΄οτι τα κορίτσια. Αιτία για τη διαφορά αυτή μπορεί να είναι το γεγονός πως οι γονείς στηρίζουν σε μικρότερο βαθμό τα αγόρια που δε μπορούν να ανταπεξέλθουν στο στρες. Μπορεί επίσης τα ίδια τα αγόρια, να δίνουν μεγαλύτερη σημασία στα σπορ απ΄οτι τα κορίτσια.
-Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν πως τα παιδιά που αποδίδουν καλύτερα στο σχολείο, μπορεί να είναι σε θέση να ανταπεξέρχονται ευκολότερα στο στρες. Ίσως τα παιδιά αυτά να διαθέτουν περισσότερη αυτοεκτίμηση ή περισσότερες δεξιότητες στην επίλυση προβλημάτων απ΄ότι οι συνομήλικοί τους.
-Οι στενές σχέσεις και η συμπαράσταση από την οικογένεια, φίλους ή προπονητή παίζουν σημαντικό ρόλο στην προστασία του παιδιού από το στρες. Αν το παιδί γνωρίζει πως μπορεί να μιλήσει σε κάποιον για τις ανησυχίες και τα άγχη του, τα συμπτώματα του στρες μειώνονται σε σημαντικό βαθμό.
Μπορούμε να κατανοήσουμε εύκολα μερικά από τα συμπτώματα του στρες εξαιτίας του ανταγωνισμού αν συνειδητοποιήσουμε πόσο πολύ επηρρεάζουν οι ενήλικες τα παιδιά και με πόσο στρες αντιμετωπίζουν οι ίδιοι τους αθλητικούς αγώνες. Στο βιβλίο με τίτλο ''Αθλητισμός για παιδιά και νέους'' , η Δρ tara Scanlan γράφει: ''Ο αθλητισμός είναι δημόσια υπόθεση. Σε αντίθεση με τις συνθήκες στη σχολική αίθουσα, όπου η επιτυχία ή η αποτυχία σε ένα διαγώνισμα μαθηματικών για παράδειγμα μπορεί να αποτελέσει ιδιωτική εμπειρία, μη παρατηρήσημη από τους άλλους, μια κίνηση στον αγωνιστικό χώρο παρακολουθείται από συμπαίκτες, αντιπάλους, προπονητές, γονείς και θεατές''.
Τα μικρά παιδιά που νιώθουν να πιέζονται από γονείς και προπονητές να αποδώσουν καλύτερα ή να κερδίσουν σε έναν αγώνα, βιώνουν το στρες πριν από τον αγώνα σε μεγαλύτερο βαθμό.
''Το να κερδίσει κανείς τον αγώνα χάνοντας το παιδί είναι μια θυσία πέρα για πέρα ευτελής'' Δρ Terry Orlick και Cal Botterill (Every Kid Can Win-Κάθε παιδί μπορεί να κερδίσει).

Πηγή: Janet LeBlanc & Louise Dickson

Πέμπτη, 5 Φεβρουαρίου 2009


Καθοδήγηση

Όπως οι περισσότεροι προπονητές, ίσως να έχεις ασχοληθεί πολλά χρόνια με τον αθλητισμό πριν αρχίσεις να προπονείς. Καθώς αναλαμβάνεις το επάγγελμα του προπονητή, περνάς τη δύσκολη φάση που όλα γίνονται μέσω άλλων. Δεν μπορείς να αγωνιστείς ο ίδιος όσο και αν το θέλεις. Πρέπει να βοηθήσεις τους αθλητές να αγωνιστούν. Οι ικανότητες που χρειάζονται για να πετύχεις, δεν είναι ίδιες με αυτές που χρειαζόσουν όταν αγωνιζόσουν. Έτσι, πολλοί προπονητές δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι για να εξασκήσουν το επάγγελμα του προπονητή.
Τι είναι καθοδήγηση;
Πρώτα είναι το να γνωρίζεις πως σχεδιάζεται μια πορεία, δίνοντας στους άλλους κατεύθυνση και γνωρίζοντας τον προορισμό. Μια ομάδα χωρίς ηγέτη είναι σαν ένα πλοίο χωρίς πηδάλιο. Δεύτερο, ηγεσία είναι να αναπτύξεις το κοινωνικό και ψυχολογικό περιβάλλον-αυτό που λέγεται περιβάλλον της ομάδας, έτσι ώστε η ομάδα να επιδιώκει να πετύχει τους στόχους που έχουν τεθεί από τον ηγέτη. Το περιβάλλον της ομάδας δημιουργείται διαλέγοντας, παρακινώντας, επιβραβεύοντας, διατηρώντας και ενώνοντας τα μέλη της ομάδας- παίκτες, βοηθούς, διοικούντες και καθέναν που έχει κάποιο ρόλο στη λειτουργία της. Εξέχοντες προπονητές -ηγέτες δημιουργούν όραμα στην ομάδα τους και γνωρίζουν πως να το κάνουν πραγματικότητα. Οι προπονητές, στο ρόλο τους ως ηγέτες, προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον, όπου κάθε αθλητής, έχει τις μέγιστες πιθανότητες να επιτύχει, και έτσι, να βοηθήσει την ομαδική επιτυχία. Ο προπονητής δεν ασχολείται αποκλειστικά με το φυσικό περιβάλλον, αλλά επίσης και με το ψυχολογικό και κοινωνικό περιβάλλον. Καθοδήγηση σημαίνει τις ενέργειες που κάνει ένα άτομο για να βοηθήσει τους άλλους να επιτύχουν δεδομένους στόχους. Το επάγγελμα του προπονητή περιλαμβάνει καθοδήγηση πρόσωπο με πρόσωπο και φέρνει μαζί άτομα τα οποία έχουν διαφορετική προιστορία, ταλέντο, εμπειρίες και ενδιαφέροντα. Τα άτομα αυτά πρέπει να παροτρυνθούν να αναπτύξουν υπευθυνότητα και διαρκή επίτευξη και να αντιμετωπισθούν ως ισότιμοι συνεργάτες. Το να προπονείς δε σημαίνει να αποστηθίζεις τεχνικές ή να σχεδιάζεις την τέλεια στρατηγική για τον αγώνα. Σημαίνει να προσέχεις πραγματικά τους άλλους ανθρώπους, να τους εμπιστεύεσαι και να νοιάζεσαι γι΄αυτούς. Το να προπονείς σημαίνει να έχεις αλληλεπίδραση με ανθρώπους και οι εξέχοντες προπονητές, γίνονται μαθητές των ανθρώπων. Για να γίνεις καλός ηγέτης-καλός προπονητής- πρέπει να αναπτύξεις τις ψυχολογικές δεξιότητες της επικοινωνίας, ειδικά τις διαπροσωπικές ικανότητες, έτσι ώστε να μπορείς να ωθήσεις τους άλλους σε δράση. Οι δεξιότητες επικοινωνίας είναι απαραίτητες- να μιλάς αποτελεσματικά, να είσαι σε θέση να ακούς, να επιχειρηματολογείς, να διαπραγματεύεσαι, να ενθαρρύνεις και να παρηγορείς. Το να προπονείς εξαρτάται τόσο πολύ από την ικανότητα που έχεις για επικοινωνία, όσο το να τρέχεις μαραθώνιο εξαρτάται από την αντοχή σου.
Η υπεροχή μιας ομάδας είναι αποτέλεσμα καλύτερης ηγεσίας, από άτομα που έχουν αποκτήσει εκείνες τις δεξιότηττες που τους επιτρέπουν να καθορίζουν οράματα που μπορούν να επιτευχθούν, καθώς και την ικανότητα να κάνουν τους άλλους να αφιερώνονται στην προσπάθεια για επίτευξη αυτού του οράματος. Η υπεροχή δεν επιτυγχάνεται κατά τύχη. Χρειάζεται προετοιμασία αλλά και σκληρή προσπάθεια όταν βρεθεί κάποιος στη θέση αυτή. Κάποιος είπε ότι υπάρχουν 3 κατηγορίες ανθρώπων:
* Οι λίγοι που κάνουν πράγματα να συμβαίνουν.
* Οι πιο πολλοί που παρακολουθούν ότι συμβαίνει.
* Η μεγάλη πλειοψηφία που δεν καταλαβαίνει τι συμβαίνει.
Η ηγεσία είναι μια συλλογική διαδικασία. Εσύ και οι αθλητές σου δουλεύετε μαζί για να ικανοποιήσετε τις ανάγκες όλων και να πετύχετε κοινούς στόχους. Αυτό το είδος ηγεσίας , που είναι γνωστό ως ''ηγεσία μετασχηματισμού'' περιλαμβάνει μια δυναμική μορφή σχέσης , στην οποία όχι μόνο επηρεάζεις την ομάδα, αλλά και η ομάδα σου σε επηρεάζει. Είναι κάτι σαν ένα συμφωνητικό ανάμεσα στους παίκτες σου και σε σένα, το οποίο περιλαμβάνει μια ποικιλία υποσχέσεων και από τις δύο πλευρές.Οι απαιτήσεις σου από τους αθλητές, μπορεί να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις τους από εσένα. Η ηγεσία σύμφωνα με αυτή την άποψη δεν είναι μονόπλευρη, είναι μια εντυπωσιακή αν και λεπτή ανταλλαγή ενέργειας μεταξύ των αθλητών και του προπονητή. Αυτή η προσέγγιση στην ηγεσία μπορεί να βοηθήσει τους αθλητές να γίνουν πιο υπεύθυνοι και να έχουν μεγαλύτερο έλεγχο στη ζωή τους. Και μπορεί να τους βοηθήσει να αποκτήσουν τις δεξιότητες να γίνουν και αυτοί ηγέτες, σήμερα και στο μέλλον.
Πηγή: Rainer Martens''Προπονητής και Αθλητική Ψυχολογία''

Τρίτη, 8 Απριλίου 2008


Η προπόνηση ποδοσφαίρου με τα παιδιά και τους νέους - από την ψυχολογική και παιδαγωγική σκοπιά

O επιδιωκόμενος στόχος στην επιμόρφωση των προπονητών ποδοσφαίρου, που προορίζονται ν' ασχοληθούν με τα παιδιά και τους νέους - ιδιαίτερα στο θέμα της ψυχολογίας και παιδαγωγικής - είναι ο ακόλουθος: Συνιστάται όπως, για να φθάσουν στο σκοπό τους, οι εν λόγω προπονητές, εκτός από τις απαραίτητες γνώσεις στον τομέα του ποδοσφαίρου να είναι κι από ψυχολογικής άποψης το ίδιο ικανοί και να διαθέσουν τους εαυτούς τους στους νέους που τους έχουν εμπιστευθεί και να γίνουν αναγνωρισμένοι παιδαγωγοί πλήρως συνειδητοποιημένοι για τις ευθύνες που έχουν.
Πράγματι, οι προπονητές των κατηγοριών παίδων και νέων, που διαθέτουν τις απαραίτητες ψυχολογικές και παιδαγωγικές ιδιότητες, γνωρίζουν τα παρακάτω σημεία:
-Η προπόνηση για παιδιά και νέους ποδοσφαιριστές είναι πάντα προπόνηση προετοιμασίας για υψηλές επιδόσεις. Όμως δεν είναι προπόνηση υψηλού ή χαμηλού επιπέδου.
-Μόνο με την εφαρμογή θεωρητικών και πρακτικών γνώσεων του αθλήματος, σε διαφορετικές καταστάσεις, μπορεί ο νέος ποδοσφαιριστής να βελτιωθεί φανερά και να αναπτύξει προσωπικότητα, που θα ταιριάζει στην ομάδα.
-Ανάπτυξη των επιδόσεων μ' επιτυχία απαιτεί ικανότητα βασιζόμενη περισσότερο στην πρακτική και στη θεωρία, στον πολύ χρόνο και τελικά, πολύ μεγάλη υπομονή (συνιστάται να καταλάβουμε πλήρως όλους τους περίπλοκους όρους της ανάπτυξης).
Άρα, οι αντίστοιχες προσπάθειες, που αποβλέπουν στην απόκτηση αθλητικής επιτυχίας δεν πρέπει ποτέ να έχουν ολέθριες συνέπειες στην σχολική επιμόρφωση και στον επαγγελματικό βίο των νέων ποδοσφαιριστών.
Μαθαίνοντας να καταλαβαίνεις τα στάδια ανάπτυξης νέων ποδοσφαιριστών
Να θέσουν στη διάθεση των νέων τις ψυχολογικές γνώσεις τους και την απαραίτητη παιδαγωγική επιμόρφωση για να αναλάβουν συνειδητά τις ευθύνες τους και να ενεργούν μ' επιτυχία. Αυτές είναι οι απαιτήσεις, που μπορεί να συγκεντρώσει μόνο ο προπονητής ο οποίος καταλαβαίνει πολύ καλά τις περίπλοκες συνθήκες ανάπτυξης κάθε νέου ανθρώπου. Οι νέοι δεν αναπτύσσονται ποτέ ακολουθώντας τυφλά ένα «μηχανικό» πρόγραμμα. Τουναντίον, υπάρχει πάντοτε ένας συνδυασμός αυξημένης επίδοσης που επη-ρεάζεται αμοιβαία, από την ανάπτυξη της επίδοσης - απόδοσης, η οποία γίνεται επίσης σε διάφορα επίπεδα.
Κανόνας: Πρέπει να μάθουμε να γνωρίζουμε και ν' αναγνωρίζουμε ποιες είναι οι πιο ευαίσθητες φάσεις της ανάπτυξης που ευνοούν την εκμάθηση του ποδοσφαίρου. Τούτο θα μας επιτρέψει να ξέρουμε, σε ποια στιγμή και σε ποια ποσότητα μπορούμε να εφαρμόσουμε το πρόγραμμα με επιτυχία και να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον του νέου.
Σημεία ψυχολογικής ανάπτυξης και συνέπειες του παιδαγωγικού προγράμματος προπόνησης
Παιδιά των 6 και 8 ετών

Σε μεγάλη έκταση, η αισθητική αντίληψη (ειδικά η όραση και η ακοή) καθορίζει και οδηγεί τη συμπεριφορά και τον τρόπο σκέψης στους ποδοσφαιριστές των 6-8 ετών. Τις πιο πολλές φορές φαίνονται περίεργοι και επιθυμούν να βρίσκονται παντού, να τα δουν και να τ' ακούσουν όλα. Βρίσκονται πάντα σε κίνηση και το θεωρούν χάσιμο χρόνου αν τους πεις να κάθονται ήσυχα. Τα μάτια τους ανήσυχα παρακολουθούν όλες τις κινήσεις γύρω τους, τους επιτρέπουν δε να ικανοποιούν συχνά την αχαλίνωτη τάση για δράση. Στην περίοδο αυτή, διαισθάνονται την έντονη ανάγκη να πούνε, χωρίς την παραμικρή σκέψη και χωρίς αμηχανία και περισπασμό, στον προπονητή τους όλα όσα κατάφεραν είδαν και άκουσαν. Έτσι λοιπόν, ο προπονητής είναι πάντα αυτός που γνωρίζει καλύτερα το τι συμβαίνει μέσα στους «κόλπους της οικογένειας» και τούτο μπορεί να συμβάλει στο να μάθει, να γνωρίζει το κοινωνικό περιβάλλον των νέων που του ανατέθηκαν και το οποίο μπορεί καλύτερα να καταλάβει. Ο νέος ναι μεν έχει εξυπνάδα κι επιθυμία για δράση, δεν έχει όμως την ικανότητα κρίσεως κι έτσι επηρεάζεται εύκολα. Σ' αυτό «βοηθά» ο ενθουσιασμός και η προθυμία για περισσότερη δράση. Στην ηλικία αυτή το παιδί ταυτίζει το παιχνίδι του με τα δικά του ιδανικά. Δεν του αρκεί ούτε ικανοποιείται απλά στη μίμηση του προτύπου του. θέλει ο ίδιος να είναι ... Μαραντόνα. Τον διακατέχει ακόμη η νοοτροπία του μικρού παιδιού. Άρα από παιδαγωγικής και διδακτικής άποψης, συνιστάται να επωφεληθεί στη χρησιμοποίηση αυτών των ευκαιριών και τις περιστάσεις σε σχέση με την ανάπτυξη και την επίδοση. Μαζί έρχονται η ωριμότητα και η εκμάθηση της τεχνικής του ποδοσφαίρου. Το παιδί έχει δικαίωμα να είναι όπως θέλει να είναι και δεν πρέπει να του συμπεριφερόμαστε σαν «ένα μικρό έφηβο». Εύλογες και λογικές εκτιμήσεις σε ότι αφορούν την απόδοση και την επιτυχία έρχονται κάποτε πολύ νωρίς και ... καταστρέφουν τα αποθέματα εφαρμογής.
Οι βασικοί διδακτικοί κανόνες είναι: Οι ποικιλόμορφες παροτρύνσεις καθώς και ο κανόνας: «αντανακλαστική δράση και μέσα δράσης». Το να παίζεις και ν' αφήνεις κάποιον να παίζει, σημαίνει ότι πρέπει ν' αφήσεις στο ίδιο το παιδί τη δυνατότητα να επινοήσει τα παιχνίδια και τους κανόνες τους ενώ τροποποιείς τους κανόνες, με εποικοδομητικό τρόπο. Τουναντίον, μια «ειδίκευση» πολύ πρόωρη συγκεντρωμένη στο ποδόσφαιρο, θα εκδηλωθεί, αργά ή γρήγορα, και θα είναι «μπούμερανγκ».
Δυνατότητα της προπόνησης: Στην ηλικία αυτή αυξάνονται ταχύτατα οι ικανότητες εκμάθησης της '' ψυχομετρικής'' . Μπορούμε να διδάξουμε τις στοιχειώδεις τεχνικές μορφές, αλλά η πραγματική όψη δεν τίθεται στο κέντρο της προπόνησης. Δεν είναι δυνατό να αντιμετωπίζουμε την προπόνηση για απόκτηση δύναμης και αντοχής, αλλά την ύπαρξη μιας αισθητής βελτίωσης των ικανοτήτων, σε ότι αφορά την ταχύτητα(συχνή κίνηση).Δύναμη και αντοχή δεν αποκτώνται στις προπονήσεις κι ενδεχόμενες εξελίξεις μπορούν να κατανέμονται στη βελτίωση του συντονισμού και σε μια μεγαλύτερη ικανότητα ’’συγκέντρωσης’’.
Γενική παρατήρηση: Μία βασική προπόνηση πρέπει να διαφοροποιείται και να εκτείνεται, σε όσο το δυνατόν περισσότερες αρχές, πολλών αθλημάτων. Πρέπει επίσης να ενθαρρύνουμε σταθερά τους ενδιαφερόμενους να θέλουν να κάνουν πάντα το καλύτερο. Αυτός που δεν είναι σε θέση να ενθαρρύνει τα νέα παιδιά και να γίνει ένα πρότυπο(μοντέλο) από αθλητική παιδαγωγική άποψη, δε θα έπρεπε ποτέ να γίνει προπονητής του.
Συμβουλές για τον προπονητή: Η συμπεριφορά του παιδιού ηλικίας 6-8 χρονών εξαρτάται από την ψυχική διάθεση του και τις ανάλογες ευκαιρίες παιχνιδιού που του δίνουμε. Κάθε μέρα το παιδί έχει ανάγκη χρόνου για παιχνίδι, μεγαλύτερο χώρο παιχνιδιού, αλλά δε θα πρέπει να περιοριστεί στο παιχνίδι του ποδοσφαίρου. Είναι από τα υπαίθρια παιχνίδια που το παιδί έρχεται σε πρώτη εμπειρία με τον κόσμο, με τις ίδιες φυσικές ικανότητες του για ενέργεια και επίδοση. Έχει ανάγκη από ελευθερίες, πρέπει να έχει τη δυνατότητα να αποκτήσει όσο το δυνατόν περισσότερη πείρα στις κινήσεις του, μαθαίνοντας από τις δοκιμές και τα λάθη του. Εξάλλου παίζοντας ένα παιχνίδι που περιλαμβάνει κανόνες, μαθαίνει όλο και περισσότερο να υποβάλλεται σε αυτούς, να σχεδιάζει, να αποφασίζει και να σχηματίζει μια γνώμη του χώρου και του παιχνιδιού. Τέτοιου είδους εξελίξεις αρχίζουν ήδη από την κατηγορία αυτής της ηλικίας: οι στόχοι πρέπει να αναζητηθούν και να τους περιμένουμε αρκετό καιρό, άρα θα έχουμε αντίθετο αποτέλεσμα αν μας διακατέχει ανυπομονησία. Στην ηλικία αυτή το παιδί εξαρτάται από τις πολλαπλές παροτρύνσεις(και εξωτερικές) για τον προσανατολισμό του για να αναπτυχθεί με αρμονικό τρόπο. Αυτός είναι βασικός κανόνας, ακόμα και μετά από τα 8 χρόνια του παιδιού.
Ηλικία 9-10 ετών
Τα προηγούμενα πρέπει να θεωρηθούν σαν βασικές γνώσεις για την κατανόηση της ηλικίας 9-10 και πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη. Πρέπει δηλαδή να ολοκληρωθούν με ανάλογο τρόπο αυτοί οι οποίοι ασχολούνται με τα παιδιά και οφείλουν να δημιουργήσουν όχι κλίμα ανταγωνισμού, αλλά μια σχέση εμπιστοσύνης, κατανόησης και συναγωνισμού. Το παιδί είναι σαν ένα νέο φυτό: Αν δυναμώσει, μπορείς να το τοποθετήσεις σε οποιοδήποτε χώρο για να ευδοκιμήσει και να σου δώσει χαρά. Αυτή η ηλικία χαρακτηρίζεται σαν φάση που προηγείται της εφηβείας. Τούτο λοιπόν σημαίνει ότι η πρώτη διάπλαση του σώματος και η πρώτη ανάπτυξη του αναστήματος, αποτελούν τις αναλογίες μεταξύ του κορμού και των μελών που πρέπει να είναι σε αρμονία. Με ανάλογο τρόπο ο συντονισμός κινήσεων δυναμώνει και η ‘’χρυσή ηλικία της μάθησης αρχίζει’’. Θα διαρκέσει μέχρι το 12ο έτος. Οι ξεχωριστοί στον καθένα τρόποι εμπειρίας και συμπεριφοράς στερεώνονται και γίνονται πιο εύκολα αναγνωρίσιμοι, όπως συγκεκριμένες διαφορές στο ταλέντο. Αυτός που ήταν ανήσυχος ή δεν αισθανόταν την παραμικρή αμηχανία, ήταν υπεραισιόδοξος ή απαισιόδοξος, που γνώριζε την επιτυχία η την αποτυχία, διακρίνεται πιο καθαρά.
Τελικά όμως βλέπουμε τα ενδιαφέροντα να διαφοροποιούνται ακόμα περισσότερο. Αυτή η χαρά στην κίνηση που εκδηλώνουν οι νέοι, τους υποχρεώνει να εγγραφούν σε μεγάλο αριθμό στους αθλητικούς συλλόγους. Τον περισσότερο καιρό παρατηρούμε μια αισιόδοξη στάση απέναντι στη ζωή, μια ικανότητα στον ενθουσιασμό που είναι πολύ σημαντική και μια υγιή ψυχική ισορροπία, αν και η τυπική αμέλεια στη συμπεριφορά , τέτοιων παικτών συνοδεύεται εν μέρει, από έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης και μια τάση αποφυγής της γνώσης και της μάθησης.
Οι νέοι ποδοσφαιριστές αναζητούν τον φυσικό ανταγωνισμό με αυτούς [που συμπαθούν και με τον κόσμο. Είναι έτοιμοι ν α εκπληρώσουν τις δύσκολες προσπάθειες για να μπορούν να επιδίδονται στα καθήκοντα τους, αλλά είναι δυνατό και απαραίτητο να ενθαρρύνουμε την καλή τους θέληση για να αποδώσουν καλύτερα. Στο δρόμο που πρέπει να διανύσει για να γίνει μια προσωπικότητα που σκέπτεται και ενεργεί ατομικά, ο ποδοσφαιριστής αποκτά εμπειρίες της χαράς που αισθάνεται, όταν εκπληρώνει μια τέτοια απόδοση, σε μια κοινή ενέργεια και δράση.
Το γεγονός αυτό έχει μεγάλη σημασία. Ο συμπαίκτης στο παιχνίδι δεν είναι αντικείμενο μίσους ή έχθρας, αλλά κάποιος που πρέπει να σεβόμαστε, που προκαλεί υγιή ανταγωνισμό, για να βελτιώνεται ο καθένας συνέχεια. Ο στόχος δεν είναι να γίνουμε οι καλύτεροι μέσα σε ένα σωματείο, αλλά να μάθουμε χωρίς παραλυτικό άγχος, να προσφέρουμε πάντα την καλύτερη μας απόδοση, ακόμα και αν ο ανταγωνιστής μας είναι μέτριος.
Δυνατότητες προπόνησης:
Η βελτιωμένη φυσική κατάσταση και οι αυξανόμενες ψυχοδυναμικές ικανότητες που κάνουν τη διαφορά, συντείνουν με ουσιώδη τρόπο, ώστε οι ποδοσφαιριστές να μαθαίνουν νέες κινήσεις πρακτικά εφαρμόσιμες. Μολοταύτα οι φάσεις των κινήσεων που μάθαμε στο παρελθόν δεν μπορούν ακόμα να καταγραφούν με άμεσο τρόπο: πρέπει λοιπόν να τις επαναλαμβάνουμε, να τις τροποποιούμε, προβλέποντας ένα αριθμό ποικιλιών, μεταβολών και να τις εφαρμόζουμε το ίδιο και στις ασυνήθιστες καταστάσεις. Μια προπόνηση που περιορίζεται στο ποδόσφαιρο δεν έχει νόημα, και κινδυνεύει να έχει ολέθρια-αντίθετα αποτελέσματα. Αντίθετα, μια πολυαθλητική επιμόρφωση προστατεύει από τη ρουτίνα των ασκήσεων και την μονοτονία, δημιουργεί αιτιολογημένα αποθέματα ως προς την ικανότητα εκμάθησης και ενθαρρύνει τις δεσμευτικές στάσεις-τάσεις και τις συνήθειες σε τέτοιο βαθμό που ο νέος επιθυμεί ’’να αθλείται σε όλη του τη ζωή’’. Η περίοδος αυτή και αυτή που ακολουθεί(11-12) είναι καθοριστικές φάσεις της ζωής, για την μηχανική ανάπτυξη, σε ότι αφορά το άθλημα. Αν έχουμε παραλείψει κάτι σε αυτή, δεν μπορεί να επανορθωθεί παρά μόνον με συμπληρωματικές, επίπονες προσπάθειες.
Οι νέοι των 11 και 12 ετών
Από βιολογική άποψη, στην κατηγορία αυτής της ηλικίας, βλέπουμε να παρουσιάζονται δευτερεύοντα φαινόμενα, σεξουαλικά χαρακτηριστικά, που έρχονται να υπογραμμίσουν την υποδομή κάθε προσωπικότητας, κατά τρόπο ατομικό και προπαντός από ψυχολογική άποψη. «Η ιδεώδης ηλικία εκμάθησης» συνεχίζεται. Πολλά απ' αυτά που έχουμε προαναφέρει, προπαντός σ' ότι αφορά την έννοια της προπόνησης, ισχύουν χωρίς κανένα περιορισμό. Συνιστάται να λάβουμε υπόψη, επίσης, στην περίοδο αυτή, την πνευματική ανάπτυξη η οποία κάνει τότε μεγάλες προόδους. Οι νέοι ποδοσφαιριστές γίνονται συνήθως πιο κριτικοί έναντι του προπονητού τους και των δασκάλων τους. Παρατηρούν πιο προσεκτικά, καταγράφουν πιο συνειδητά τις διάφορες πληροφορίες και προσφορές των μορφωτικών μαθημάτων, τις επιλέγουν και -με μεγάλη σπουδή -τις κρίνουν περιληπτικά και οριστικά. Μαθαίνουν να συγκρατούν τις χειρονομίες και τα λόγια τους, δεν παρέχουν πια την πλήρη εμπιστοσύνη προς τον προπονητή τους. Και άλλα πρόσωπα είναι επίσης σημαντικά. Αναπόφευκτα μπαίνει το ερώτημα: «Μήπως αυτό αφορά τον προπονητή;»
Ο νέος άνθρωπος όσο μεγαλώνει θέλει να του αναγνωρίζουν τις απαιτήσεις και να τον παίρνουν στα σοβαρά. Οι προπονητές που έχουν γνώσεις ψυχολογίας σέβονται αυτές τις ιδιαιτερότητες και αποφεύγουν την άκαιρη περιέργεια. Είναι μια κατάσταση που δεν πρέπει να υποτιμήσουμε αν θέλουμε να εξασφαλίσουμε μια επιτυχημένη εξέλιξη κι ανάπτυξη μακράς διάρκειας, ως προς την αθλητική και ατομική ανάπτυξη. Προς το συμφέρον μιας αρμονικής συνεργασίας, συνιστάται να καταλάβουμε ότι, ασφαλώς ο κόσμος του νέου ανθρώπου έγινε πιο ρεαλιστικός, παραμένει όμως ακόμη σ' αυτόν η επιθυμία της σαφώς δικαιολογημένης περιπέτειας, καθώς και της χαράς του κινδύνου, που καθορίζουν την συμπεριφορά του. Άρα, πρέπει να λάβουμε υπόψη τέτοιες περιστάσεις μέσα στην έννοια της προπόνησης.

Δυνατότητα της προπόνησης: Με περισσότερο θάρρος μπορούμε να εφαρμόσουμε στην προπόνηση την σύνθεση μιας μονομαχίας: Η βελτίωση δύναμης-βάρους και η αύξηση της ελαστικότητας, βελτιώνουν κατά τρόπο ορατό και ωφελούν ιδιαίτερα στην εκμάθηση της τεχνικής. Η ταχύτητα των αντιδράσεων φθάνει ακόμα και στα επίπεδα αυτής των εφήβων. Η προπόνηση των ικανοτήτων αντοχής αποφέρει σαφέστατα τους πρώτους της καρπούς: μπορούμε αυτή τη δυνατότητα να την εξηγήσουμε. «Το μαθαίνω διδασκόμενος» καταπλήττει πάντα όταν έχει να κάνει με την αισθητή βελτίωση των ικανοτήτων της παρατήρησης και της αντίληψης.
Συνέπειες από παιδαγωγική άποψη: Το διδακτικό ταλέντο του προπονητή εκφράζεται σε μια συγκεντρωτική προπόνηση που λαμβάνει υπόψη την εξέλιξη κι ανάπτυξη και που χαρακτηρίζεται από ευνοϊκό κλίμα εκμάθησης. Εξάλλου, ο προπονητής αναλαμβάνει μια αυξημένη ευθύνη σε παιδαγωγικό επίπεδο, ιδιαίτερα αν οι ποδοσφαιριστές του δεν βρίσκουν στις οικογένειες τους την απαιτούμενη ασφάλεια κι εμπιστοσύνη. Κατά την πνευματική ανάπτυξη που εκδηλώνεται από οξυδέρκεια, οι νέοι ποδοσφαιριστές δεν μπορούν, από μακριά, να ξεχωρίσουν και ν' αντιληφθούν ακριβώς κατά τρόπο νοητό οποιοδήποτε γεγονός: τα αισθήματα επικρατούν πολύ καιρό και έχουν αντανακλαστικά αποτελέσματα. Έχει πολύ μεγάλη σημασία για την προετοιμασία των ποδοσφαιριστών, «να χωνεύουν» τις αποτυχίες τους (να τους μάθουμε να χάνουν). Και αυτοί που έχουν τη συνήθεια της επιτυχίας πρέπει να μάθουν, ότι «το ανώτατο όριο της εμπιστοσύνης στον εαυτό σου αντιπροσω¬πεύει το κατώτατο όριο της μεγαλομανίας» (ρητό του Ρενέ Χουσί). Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται στην άποψη, ότι «ολοκληρωμένος ποδοσφαιριστής» δεν είναι μόνο να είσαι ο θαυμάσιος «τεχνίτης» αλλά παράλληλα, να χαρακτηρίζεται από ομαδικό πνεύμα και υπευθυνότητα. Δεν συμπεριφέρεται σαν η μαριονέτα του προπονητή του. Αλλά, τουναντίον, αναγνωρίζει ότι εξελίσσεται μέσα στον αγωνιστικό χώρο, πραγματοποιώντας ένα δύσκολο καθήκον και μαθαίνει να ερμηνεύει κατάλληλα τις περίπλοκες καταστάσεις. Δεν εκτελεί τις διαταγές αλλά τον ρόλο που έχει αναλάβει και κάνει το καλύτερο. Η «δυναμική κατανόηση της κατάστασης» είναι η κύρια ιδέα.

Οι νέοι των 13 και 15 ετών

Η περίοδος μεταξύ 13 και 15 ετών ονομάζεται «εφηβεία», ή, πρώτη φάση εφηβείας γενικότερα. Χαρακτηρίζεται, πρώτα απ' όλα, από την δεύτερη αλλαγή του αναστήματος και θα μιλήσουμε γι' αυτή παρακάτω. Οι παιδικές περίοδοι ιδιοσυγκρασίας χάνονται, εκδηλώνεται η «σεξουαλικότητα» και οι φυσικές αναλογίες και συμμετρίες τροποποιούνται με αισθητό τρόπο. Μια ετήσια ανάπτυξη των 10 εκατοστών και μια απόκτηση ετήσιου βάρους περίπου 10 κιλών δεν είναι καθόλου ασυνήθιστη. Αυτό δεν μας ξαφνιάζει καθόλου, την στιγμή που η φυσική ισορροπία μπαίνει σε μεγάλο κλονισμό. Την ορμονική αλλαγή καθώς και εμπειρία που έχουν, μ' ένα «νέο σώμα» πρέπει να τα λάβουμε υπόψη μας και πρέπει ασφαλώς να τα συνηθίσουν. Ο νέος ποδοσφαιριστής οφείλει λοιπόν να προικισθεί μ' εμπιστοσύνη και υπομονή και τούτο στην περίπτωση επίσης που η κριτική συμπεριφορά, οι ιδιοτροπίες και η τάση να θέτει σε αμφιβολία τις αξίες και τις αρχές. Όμοια σαν τη βροχή που έρχεται ξαφνικά συνοδευόμενη από θύελλες, η εφηβεία συνοδεύεται κτηνωδώς, πολλές φορές, και με ξύλο από την οικογενειακή εστία. Η επείγουσα ανάγκη ανεξαρτησίας κι η ατομική - προσωπική ευθύνη γίνεται καταφανής και μερικοί προπονητές την συναισθάνονται μ' οδυνηρό τρόπο. Οι φιλονικίες κι οι συγκρούσεις με τον κόσμο του έφηβου οδηγούν συχνά στον αποχωρισμό από το οικογενειακό σπίτι και την επιθυμία ν' απομακρύνεται από τον προπονητή. Τάση να στρέφεται προς τα πρόσωπα της ίδιας ηλικίας ή, ακόμη να κλείνει φιλίες μ' αυτά, και να υιοθετεί τάσης αλληλεγγύης. Η ομαδική συνειδητοποίηση (στους κόλπους των ομάδων και «συμμοριών») μπορεί να ερμηνευθεί επίσης ως ένα μέσο αναζήτησης της αλληλοβοήθειας. Σ' αυτή την περίοδο της καταιγίδας και της πίεσης, ο αθλητισμός κι η προπόνηση σε μια ομάδα γίνονται με την καθοδήγηση ενός προπονητού με παιδαγωγικές γνώσεις, πολύ γερές. Μπορούν να συντελέσουν μια ευκαιρία και συνιστάται απαραίτητα κι αποκλειστικά να την χρησιμοποιήσουν.
Όχι μόνο το ψυχοφυσικό και κοινωνικό περιβάλλον του νέου ανθρώπου γνωρίζει τις βασικές μεταμορφώσεις κατά την αποφασιστική περίοδο της ζωής, αλλά βλέπουμε επίσης να τροποποιούνται -σε βάθος σε πολλές περιπτώσεις- οι προσδοκίες, οι απόψεις και τα γενικά συμφέροντα. Όταν επαγγελματικά συμφέροντα γίνονται πιο σημαντικά και όταν οι σχέσεις με το άλλο φύλο (σεξ) γίνονται καθαρά πιο ουσιώδεις, οι γονείς και τα χόμπι, τα σπορ, ίσως προσωρινά αγνοούνται. Οι έρευνες έχουν αποδείξει μια ελάττωση της ανάγκης για συναγωνισμό στον αθλητισμό και του ενδιαφέροντος στον διαγωνιστικό αθλητισμό μέσα στα σωματεία. Είναι καταφανές, ότι ο προπονητής αντιμετωπίζει μια μεγάλη πρόκληση: να είναι ένας αγνός ειδικός γνώστης του ποδοσφαίρου δεν φθάνει καθόλου: ο εν λόγω προπονητής πρέπει να ικανοποιεί τις απαιτήσεις μιας ανερχόμενης προσωπικότητας.
Δυνατότητα της προπόνησης: Αναμφίβολα η φυσική και πνευματική αστάθεια ρίχνει τις σκιές της. Η ειδυλλιακή σκηνή μιας ήσυχης προπόνησης σε παιδιά, καταστρέφεται όταν αυτά αρχίζουν να υψώνουν φωνή. Η ικανότητα απόδοσης είναι λοιπόν πολύ περιορισμένη. Πολλές φορές το αποκτηθέν επίπεδο της απόδοσης με την επίδραση της συνεργασίας δεν μπορεί να διατηρηθεί. Τελικά, σ' αυτό έρχονται να προστεθούν τα προβλήματα που συναντώνται στο σπίτι και στο σχολείο, τα οποία είναι νέα εμπόδια στη θέληση εκμάθησης και στο να φθάσουν σε μια επιθυμητή απόδοσης. Οι μεγάλες ατομικές διαφορές ως προς την «βιολογική ηλικία» και στην ανάπτυξη, γενικότερα, ζητούν από τον προπονητή μια ανάλογη διαφοροποίηση της προσφερόμενης προπόνησης με ιδιαίτερη προσοχή στις ποσότητες του βάρους και της δύναμης. Τα σχέδια σκληρής προπόνησης δεν αποφέρουν καμιά επιτυχία, σε πολλά σημεία πρέπει να αποδείξουμε με προσοχή κι υπομονή, πολύ κατανοητή, αυτό που θέλουμε και ζητούμε περισσότερο και που επιβάλλεται. Τη στιγμή αυτή της κρίσιμης εποχής, συνιστάται, πρώτα απ' όλα, να ενθαρρύνουμε τους συντελεστές της φυσικής κατάστασης. Τα βάρη της προπόνησης μπορούν ν' αυξηθούν σταθερά, η ορμονική ώθηση δεν αιτιολογεί την προπόνηση της δύναμης, όταν την στιγμή αυτή, τελικά, πρέπει να δώσουμε μια ιδιαίτερη προσοχή σε ορθή άσκηση του σκελετού και του μυϊκού συστήματος. Ασφαλώς, τέτοιες μορφές προπόνησης πρέπει να γίνονται με μεγάλη φροντίδα. Από την άλλη πλευρά η ταχύτητα μπορεί και πρέπει ν' αυξηθεί το ίδιο. Στον τεχνικό τομέα, μόνο οι σταθερές κι αναλλοίωτες ασκήσεις μπορούν ν' αντιμετωπίσουν την πτώση της απόδοσης, που είναι τυπικό φαινόμενο στην ηλικία αυτή και που εξαρτάται από τον συντονισμό των ασκήσεων. Οι ιδιαίτερες πνευματικές ικανότητες που έχουν πάλι αυξηθεί, μπορούν πρώτα απ' όλα, να χρησιμοποιηθούν, δίδοντας μας «καρπούς» στον τομέα της τεχνικής και της τακτικής. Μια σκληρή και μονόπλευρη προπόνηση, που ζητούν συνήθως από τους νέους, έχει σαν αιτία «ν' αποσυρθούν οριστικά», παρά τη θέληση τους. Οι ανάγκες λοιπόν της περιόδου είναι: ατομικότητα της κατεύθυνσης και διαφοροποίηση της προσφοράς και του επιβαλλόμενου βάρους. Τέλος, ακόμη μια φορά: να κάνεις χρήση της απαιτούμενης παιδαγωγικής ικανότητας και να είσαι σε θέση να τεθείς στη θέση των άλλων, καθώς και ν' αποδειχθείς μια αξιόπιστη προσωπικότητα. Είναι τα πιο σημαντικά στην περίοδο αυτή της ηλικίας και στην επόμενη. Η κοινή συζήτηση, σαν μέσο έκφρασης της αμοιβαίας εκτίμησης, συμπληρώνει ένα σημαντικό καθήκον στις προσπάθειες μας ν' αποτρέψουμε τις φιλονικίες και συγκρούσεις.
Οι νέοι των 16 και 18 ετών
Η δεύτερη φάση εφηβείας αρχίζει το αργότερο στην ηλικία των 16 ετών και λήγει στα 18 με 19 περίπου. Η σημαντική ανάπτυξη σε ύψος και η λήψη ανάλογων κιλών έχουν τελειώσει. Σε διάφορες περιπτώσεις, διαπιστώνουμε μια ορμονική συμμετρία και μπρούμε ν' αναγνωρίσουμε μια νέα σταθερότητα: η ανάπτυξη σε πλάτος που θεμελιώνεται, έρχεται να συντελέσει στην ολοκλήρωση σ' αυτή τη φάση. Τώρα πολλοί νέοι - για διάφορους λόγους - παρεκτρέπονται από το ανταγωνιστικό ποδόσφαιρο. Είναι ένα οριακό σημείο - το ξεκίνημα ενός επαγγελματικού βίου ή, η είσοδος σε μια ανώτατη σχολή, που φέρνουν πρόσθετα προβλήματα, σ' αυτούς, που επηρεάζονται από τη θυελλώδη ανάπτυξη της προσωπικότητας. Ο χρόνος, για να παίρνει τα πράγματα επιπόλαια, που παρέχονταν προηγουμένως, δεν υπάρχει πια. Οι απαιτήσεις αυστηρές και βαριές στην προπόνηση και στο επάγγελμα απαιτούν πάρα πολλά από το νέο που δεν είναι ακόμα, τελείως έφηβος. Εν τούτοις, από την καθαρά βιολογική άποψη, βρίσκουμε τις συνθήκες, στην φάση αυτή της ανάπτυξης, που μπορούν να δημιουργήσουν μια ανάπτυξη απόδοσης πολύ ευνοϊκή. Έτσι, οι ικανότητες συντονισμού είναι εκ νέου βελτιωμένες: η εμφανής αύξηση βάρους και η μεγαλύτερη ικανότητα καταγραφής των τεχνικών κινήσεων συμβάλλουν σημαντικά στην επιτυχία, εν σχέση με τις πνευματικές διατάξεις που καθορίζουν την απόδοση. Κατόπιν έχουμε, τις αναγκαίες κινήσεις κατεύθυνσης, που μπορούν, επίσης να διδαχθούν σ' ένα σχετικά γρήγορο χρόνο. Καθώς και οι άρσεις βαρών ως προς την φυσική κατάσταση και στον συντονισμό, μπορούν να χρησιμοποιηθούν γενικότερα και δεν αποτελούν κανένα κίνδυνο για τον οργανισμό. Το υψηλό επίπεδο της ψυχοδυναμικής ικανότητας απόδοσης, επιτρέπει ακόμα και στους καθυστερημένους (αλλά που διαθέτουν μια βασική επιμόρφωση καλά στηριγμένη) να κάνουν γρήγορες προόδους και να είναι σε θέση να φτάσουν στην κορυφή. Από την άποψη αυτή μας δίνεται το δικαίωμα να μιλάμε για μια ''δεύτερη χρυσή ηλικία της εκμάθησης του ποδοσφαίρου'' και μπορούμε να μιλάμε πολύ, σχετικά με την ικανότητα της προπόνησης.
Η ψυχολογία των νέων παικτών δεν έχει ακόμη σταθεροποιηθεί. Την πρόοδο τους, σ' αυτή τη φάση, μπορούν να βλάψουν πιθανές δυσκολίες στον κοινωνικό περίγυρο τους και όχι βιολογικά συμβάντα. Επανερχόμενοι στην άποψη των συνεπειών της ψυχολογικής και απαιδαγωγικής φύσης, πρέπει, ακόμη μια φορά, να δώσουμε στο φως την υπευθυνότητα που αναλαμβάνει ο προπονητής, από παιδαγωγικής άποψης: «Σε συμπέρασμα , πρέπει ν' αναρωτηθούμε, αν όλοι αυτοί που αναλαμβάνουν τις δραστηριότητες των παραγόντων, προπονητών, προπαρασκευαστών, φυσικών δασκάλων και ειδικών γιατρών του αθλήματος -στην κατηγορία των παίδων και νέων - είναι αρκετά ευσυνείδητοι της ευθύνης που αναλαμβάνουν, από παιδαγωγικής άποψης, στους ίδιους τους νέους αυτούς» (Ντ. Μάρτιν).

Πηγή: Εγχειρίδιο προπονητικής ακαδημιών ποδοσφαίροι FIFA-ΕΠΑΕ

Τρίτη, 18 Μαρτίου 2008


Η φιλοσοφία του προπονητή



Όπως είπε ένας φιλόσοφος ‘’αν δεν ξέρεις που πηγαίνεις, οποιοσδήποτε δρόμος θα σε βγάλει εκεί’’. Για να επιτύχεις, πρέπει να ξέρεις που πηγαίνεις. Εσύ είσαι αυτός που θα διαλέξεις τις σωστές κατευθύνσεις για σένα. Όπως φαίνεται και από την παρακάτω ιστορία, προπονητές χωρίς ανεπτυγμένη φιλοσοφία, δεν έχουν συγκεκριμένη κατεύθυνση και συχνά υποκύπτουν σε εξωτερικές πιέσεις.
Ήταν ένας γέρος, ένα μικρό αγόρι και ένας γάιδαρος. Πήγαιναν στην πόλη και αποφάσισαν ότι το αγόρι θα πήγαινε καβάλα στο γάιδαρο. Καθώς προχωρούσαν συνάντησαν κάποιους ανθρώπους που τους είπαν ότι δεν ήταν σωστό ο γέρος να πηγαίνει με τα πόδια και το αγόρι καβάλα. Έτσι αποφάσισαν να αλλάξουν. Αργότερα συνάντησαν κάποιους άλλους ανθρώπους που τους είπαν ότι είναι ντροπή για το γέρο να αφήνει ένα τόσο μικρό παιδί να περπατάει. Έτσι αποφάσισαν να περπατούν και οι δύο. Όμως συνάντησαν κάποιους άλλους ανθρώπους που τους είπαν ότι είναι χαζό να περπατούν αφού είχαν ένα γάιδαρο μαζί τους. Έτσι αποφάσισαν να καβαλικέψουν και οι δύο το γάιδαρο. Σύντομα όμως κάποιοι άλλοι τους είπαν ότι δεν έπρεπε να φορτώνουν έτσι το καημένο το ζώο. Ο γέρος και το παιδί σκέφτηκαν ότι αυτό ήταν το σωστό και αποφάσισαν να κουβαλήσουν αυτοί το γάιδαρο. Καθώς περνούσαν από μια γέφυρα έχασαν την ισορροπία τους και ο γάιδαρος έπεσε στο νερό και πνίγηκε.


Το δίδαγμα της ιστορίας είναι πως αν προσπαθείτε να ευχαριστήσετε τον οποιονδήποτε, στο τέλος θα χάσετε το γάιδαρο.(Sabock 1985).
Όταν εργάζεσαι σαν προπονητής, η φιλοσοφία σου θα σε βοηθήσει περισσότερο να μη χάσεις ‘’το γάιδαρό σου’’, παρά οι γνώσεις σου γύρω από το άθλημά σου. Μια συγκεκριμένη φιλοσοφία θα σε βοηθήσει να αποφύγεις την αβεβαιότητα όταν θα διαμορφώνεις κανόνες προπόνησης, στιλ παιχνιδιού, πειθαρχία, κανόνες συμπεριφοράς, αγωνιστική νοοτροπία, βραχυπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στόχους και πολλές άλλες πλευρές της καθοδήγησης. Αν αφιερώνεις τον ίδιο χρόνο που αφιερώνεις στην ανάπτυξη των τεχνικών σου γνώσεων και στην ανάπτυξη της δικής σου φιλοσοφίας, θα γίνεις καλύτερος προπονητής. Δεν μπορείς να αποκτήσεις μια φιλοσοφία διαβάζοντας ένα βιβλίο ή υιοθετώντας τη φιλοσοφία ενός διάσημου προπονητή. Η φιλοσοφία δεν αποκτάται από καμιά πηγή αλλά από τις εμπειρίες σου. Μια φιλοσοφία είναι άχρηστη αν δεν την κατέχεις και δεν την καλλιεργείς.
Ο ποιητής Elbert Hubert έγραψε :
‘’Αν σου πω μια ιδέα μπορεί στο τέλος να τη θυμάσαι ή όχι. Αλλά αν σε κάνω να σκεφτείς ό ίδιος μια ιδέα, θα έχω προσθέσει κάτι στην υπόστασή σου’’.

Πηγή: Προπονητής & Αθλητική ψυχολογία. R.Martens